Ο καρκίνος του μαστού είναι η συχνότερη κακοήθεια στις γυναίκες, αλλά χάρη στην πρόοδο της ιατρικής, η επιβίωση και η ποιότητα ζωής των ασθενών έχουν βελτιωθεί εντυπωσιακά. Ένας από τους βασικότερους λόγους είναι η μετάβαση από τη «γενική» προσέγγιση στη στοχευμένη και εξατομικευμένη θεραπεία, που λαμβάνει υπόψη τη βιολογία κάθε όγκου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε γυναίκας.
Η πρόληψη και η πρώιμη διάγνωση αποτελούν τον πρώτο κρίκο αυτής της αλυσίδας. Η τακτική μαστογραφία, η κλινική εξέταση και η ενημέρωση για τα συμπτώματα οδηγούν στην ανίχνευση του καρκίνου σε στάδιο όπου μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Όμως πέρα από τον εντοπισμό, η σύγχρονη ογκολογία εστιάζει και στο «γιατί» αναπτύσσεται ο καρκίνος, προχωρώντας σε γενετικό και μοριακό έλεγχο.
Περίπου 5–10% των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού σχετίζονται με κληρονομούμενες γενετικές μεταλλάξεις, με γνωστότερες τις BRCA1 και BRCA2. Οι γυναίκες που φέρουν τέτοιες μεταλλάξεις έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών, αλλά και τη δυνατότητα προληπτικού ελέγχου και παρέμβασης. Ο γενετικός έλεγχος, όταν γίνεται στοχευμένα και με σωστή καθοδήγηση, προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την πρόληψη και τον οικογενειακό σχεδιασμό.
Στο επίπεδο της θεραπείας, η κατανόηση της μοριακής βιολογίας του όγκου έχει αλλάξει ριζικά την αντιμετώπιση. Δεν μιλάμε πλέον για έναν ενιαίο «καρκίνο του μαστού», αλλά για διαφορετικούς βιολογικούς υπότυπους, καθένας με δική του συμπεριφορά και θεραπευτική στρατηγική. Οι κυριότεροι δείκτες που καθορίζουν τη θεραπεία είναι:
• Οι ορμονικοί υποδοχείς (οιστρογόνων και προγεστερόνης) – αν είναι θετικοί, χρησιμοποιούνται ορμονοθεραπείες.
• Ο δείκτης HER2, που όταν είναι θετικός, αντιμετωπίζεται με ειδικά στοχευμένα φάρμακα (όπως trastuzumab, pertuzumab και νεότερους αναστολείς).
• Και τέλος, η κατηγορία των τριπλά αρνητικών όγκων, που δεν εκφράζουν κανέναν από τους παραπάνω δείκτες και αποτελούν ένα πεδίο όπου η ανοσοθεραπεία και οι PARP αναστολείς έχουν ήδη ανοίξει νέους δρόμους.
Παράλληλα, σε πρώιμα στάδια της νόσου, τεστ όπως το Oncotype DX ή το MammaPrint επιτρέπουν την αξιολόγηση του κινδύνου υποτροπής και βοηθούν στην απόφαση αν χρειάζεται χημειοθεραπεία ή όχι. Έτσι αποφεύγονται θεραπείες χωρίς πραγματικό όφελος, μειώνοντας την τοξικότητα και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής.
Η εξατομικευμένη θεραπεία δεν σταματά στο εργαστήριο. Η συνολική αντιμετώπιση μιας γυναίκας με καρκίνο του μαστού λαμβάνει υπόψη την ηλικία, τη γενική κατάσταση, τις συννοσηρότητες, ακόμη και τις προσωπικές προτιμήσεις της. Η συνεργασία ογκολόγου, χειρουργού, ακτινοθεραπευτή, ψυχολόγου και διατροφολόγου δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο θεραπευτικό σχέδιο που σέβεται τη μοναδικότητα κάθε ασθενούς.
Ο Οκτώβριος, μήνας ευαισθητοποίησης για τον καρκίνο του μαστού, μας υπενθυμίζει ότι η πρόληψη σώζει ζωές, αλλά και ότι η επιστήμη προχωρά με εντυπωσιακό ρυθμό. Από τη γενετική προδιάθεση έως την εξατομικευμένη θεραπεία, η σύγχρονη Ογκολογία προσφέρει ελπίδα, ακρίβεια και ανθρωπιά — τρία στοιχεία που συνθέτουν το μέλλον της φροντίδας του καρκίνου του μαστού.
